ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
¹Και ο Κύριος είδε τα παιδιά των ανθρώπων, και κοίταξε από τα ύψη των ουρανών πάνω στις χώρες της Ήβαλης.
²Και η Ήβαλις γέμισε θόρυβο και οχλοβοή· οι κραυγές των θλιμμένων έφτασαν στους ουρανούς, και οι στεναγμοί των καταπιεσμένων υψώθηκαν σαν καπνός από τους βωμούς του αίματος.
³Και ο Κύριος είπε: «Τι είναι αυτό που έκανε ο λαός μου με τα δώρα της δεξιάς μου χειρός;»
⁴«Ιδού, έδωσα εις αυτούς γνώση, για να κατανοήσουν τα μυστήρια του κόσμου, και να περπατήσουν στους δρόμους της διάκρισης».
⁵«Τους έδωσα δύναμη, για να υπερασπίζονται τους αθώους και να υποστηρίζουν την υπόθεση της δικαιοσύνης».
⁶«Έδωσα εις αυτούς σοφία, για να οδηγούν τα έθνη και να τα οδηγούν όπως ο ποιμένας οδηγεί το ποίμνιό του».
⁷«Τώρα όμως έγιναν σαν λύκοι ανάμεσα στα αρνιά, και κάθε χέρι υψώνεται με βία, και κάθε γλώσσα λαλεί δόλο.»
⁸«Η γνώση τους είναι φουσκωμένη από ματαιοδοξία· ερευνούν τα άστρα, αλλά δεν γνωρίζουν την καρδιά τους.»
⁹«Η δύναμή τους αναλώνεται στην τυραννία και την κατάκτηση. Υψώνουν τα λάβαρά τους, αλλά καταπατούν τη δικαιοσύνη.»
¹⁰«Η σοφία τους ανταλλάσσεται με χειροκροτήματα· κάθονται στις πύλες και λένε γλυκά λόγια, αλλά δεν δίνουν προσοχή στις κραυγές των φτωχών».
¹¹Και ο Κύριος απέστρεψε το πρόσωπό Του από αυτούς, και σκοτάδι σκέπασε τις καρδιές των σοφών, των δυνατών και των μορφωμένων.
¹²Διότι το φως των δισκοπότηρων έσβησε, και η δόξα που κάποτε προπορευόταν αυτών σαν πύρινη στήλη έσβησε όπως η ομίχλη την αυγή.
¹³Και ο Κύριος είπε: «Να απλώσω τον βραχίονά μου με οργή; Να τους επισκεφθώ με πανώλη και πείνα και σπαθί;»
¹⁴«Να τα συντρίψω όπως ο αγγειοπλάστης συντρίβει ένα σκεύος; Να ανακαλέσω την πνοή που έδωσα, και να αφήσω το χώμα να επιστρέψει στο χώμα;»
¹⁵Αλλ’ ο Κύριος είναι ελεήμων και μακρόθυμος, και η δικαιοσύνη Του μετριέται με υπομονή.
¹⁶Διότι θυμήθηκε τη διαθήκη που είχε κάνει με τους βασιλιάδες στο βουνό, και θυμήθηκε την υπόσχεση που είχε ορκιστεί στο όνομά Του.
¹⁷Και είπε: «Δεν θα τους πατάξω ακόμα ούτε θα τους αποτελειώσω».
¹⁸«Διότι όρισα καιρόν, και έρχεται ημέρα κρίσεως, όταν το μέτρον των έργων αυτών θα είναι πλήρες.»
¹⁹«Έβαλα σφραγίδα στην κρίση Μου, και κανείς δεν μπορεί να την ανοίξει πριν από την ώρα της.»
²⁰«Μέχρι τότε, δεν θα τιμωρήσω, αν και δεν θα ευλογήσω· δεν θα καταστρέψω, αν και δεν θα επαινέσω τις πράξεις του λαού μου».
²¹«Αφήστε τον κόσμο να ακολουθήσει τον δρόμο του, και ας διαλέξουν οι άνθρωποι τα βήματά τους. Αυτός που περπατάει στο φως θα το βρει· αλλά αυτός που αγαπάει το σκοτάδι θα γεμίσει.»
²²Και ο Κύριος αποσύρθηκε στο αγιαστήριό Του, και η φωνή της προφητείας σιώπησε στη γη.
²³Και τα όνειρα των αγίων σιώπησαν, και τα οράματα των δικαίων έπαψαν.
²⁴Και έπεσε λιμός στις καρδιές των ανθρώπων — όχι για ψωμί ούτε για νερό, αλλά για να ακούσουν τα λόγια του Κυρίου.
²⁵Κι όμως, ακόμη και μέσα στη σιωπή, ο Κύριος παρακολουθούσε. Τα μάτια Του εξέταζαν τον Ήβαλη, και τίποτα δεν κρυβόταν από το βλέμμα Του.
²⁶Και σημάδεψε εκείνους που θρηνούσαν για δικαιοσύνη, και μέτρησε τα δάκρυα των αθώων.
²⁷Και είπε στην καρδιά του: «Αν και πολλοί με λησμονήσουν, εγώ δεν θα τους λησμονήσω· αν και ο κόσμος μολυνθεί, θα κρατήσω ένα υπόλοιπο για τον εαυτό μου».
²⁸Και στα μυστικά μέρη της Ήβαλης, σε σπηλιές και ερημιές και στις καρδιές των ταπεινών, το φως τρεμόπαιζε ακόμα.
²⁹Και ο Κύριος περίμενε.
³⁰Και έγινε βράδυ, και έγινε πρωί — η δεύτερη ημέρα της θλίψης.
▷ΟΙ ΕΠΤΑ ΓΡΑΦΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΓΛΑΒΑΝΔΟΥ
▷Η ΠΡΩΤΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
▷Ο ΙΕΡΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΤΗΣ ΔΙΧΑΣΙΑΣ
▶1—2—3—4
English | Latin | Ελληνική
Copyright ©2025 Adam Alexander T. Croke. All rights reserved.